Dark sides of a daytime




Elytis poetry
Monogram

V
For you I have talked in old times
With wise nurses and insurgents veterans
From what is it that you have the sorrow of the venison
      The reflection on the forehead of the shaking water                                                                     
And why,it says,to care to come close to you
That I don't want love.but I want the wind
But I want the galloping of the open standing sea
And no one had heard about you
For you neither the dittany nor the mushroom
None inn the high places of Crete
Only for you God accepted to guide my hand
Here,there,everything carefully in the circle
of the coast of the face,the bays,the hair
In the hill waving left
Your body in the position of the lonely pine
Eyes of the pride and of the transparent
Sea bottom,in the home with the old china cabinet
The yellow laces and the cypress wood
Alone waiting to be first seen
High in the roof or back in the flat stones of the yard
With the Saint's horse and the egg of Easter
Like from a destroyed wall painting
As old as the young life wanted you
To fit in the candle the huge volcanic glow
That no one has seen and heard
Nothing in the solitude and the abandoned houses
Neither the buried ancestor side by side in the yard wall
For you neither the old woman with all her herbs
For you,only I,maybe and the music
That I chase of but she comes back stronger
For you the unshaped breast of the twelve years
The turned in the future with a red crate
For you like a pin the bitter smell
That finds in the body and drills the will
And there's the soil,there's the pigeons,there's our ancient land



Ελύτης Οδυσσέας
Μονόγραμμα

V.
Γιά σένα έχω μιλήσει σέ καιρούς παλιούς
Μέ σοφές παραμάνες καί μ'αντάρτες απόμαχους
Από τί νά'ναι πού έχεις τή θλίψη του αγριμιού
Τήν ανταύγεια στό μέτωπο του νερού του τρεμάμενου
Καί γιατί,λέει,νά μέλει κοντά σου νά'ρθω
Πού δέν θέλω αγάπη αλλά θέλω τόν άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τόν καλπασμό
Καί γιά σένα κανείς δέν είχε ακούσει
Γιά σένα ούτε τό δίκταμο ούτε τό μανιτάρι
Στά μέρη τ'αψηλά της Κρήτης τίποτα
Γιά σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός νά μου οδηγεί τό χέρι
Πιό δω,πιό κεί,προσεχτικά σ'όλα τό γύρο
Του γιαλού του προσώπου,τούς κόλπους,τά μαλλιά
Στό λόφο κυματίζοντας αριστερά
Τό σώμα σου στή στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνειας καί του διάφανου
Βυθού,μέσα στό σπίτι μέ τό σκρίνιο τό παλιό
Τίς κίτρινες νταντέλες καί τό κυπαρισσόξυλο
Μόνος νά περιμένω που θά πρωτοφανείς
Ψηλά στό δώμα ή πίσω στίς πλάκες της αυλής
Μέ τ'άλογο του Αγίου καί τό αυγό της Ανάστασης
Σάν από μιά τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σέ θέλησε η μικρή ζωή
Νά χωράς στό κεράκι τή στεντόρεια λάμψη τήν ηφαιστειακή
Πού κανείς νά μήν έχει δεί καί ακούσει
Τίποτα μές στίς ερημιές τά ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στόν αυλόγυρο
Γιά σένα,ούτε η γερόντισσα μ'όλα της τά βοτάνια
Γιά σένα μόνο εγώ,μπορεί,καί η μουσική
Πού διώχνω μέσα μου αλλ' αυτή γυρίζει δυνατότερη
Γιά σένα τό ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Τό στραμμένο στό μέλλον με τόν κρατήρα κόκκινο
Γιά σένα σάν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Πού βρίσκει μές στό σώμα καί πού τρυπάει τή θύμηση
Καί νά τό χώμα,νά τά περιστέρια,νά η αρχαία μας γή.
 




No comments:

...η μελέτη του σώματος δίνει την αίσθηση ανείπωτης περιπλοκής...
Φρ. Νιτσε